* μαρξιστικά κείμενα, στοχασμοί, απόψεις, για τα σύγχρονα κοινωνικοπολιτικά ζητήματα * αναλύσεις * ιδέες * και ότι έχει σχέση με τον άνθρωπο σήμερα...
Γ. Βήχας: «Να ακουστεί η φωνή τριών εκατομμυρίων ανασφάλιστων συμπολιτών μας στην καρδιά της Ευρώπης»

Αυτός που αγωνίζεται μπορεί να χάσει, όμως αυτός που δεν αγωνίζεται ήδη έχει χάσει.

Bertolt Brecht, 1898-1956, Γερμανός συγγραφέας



"Σκέφτομαι πως αυτά τα τρία συστατικά πρέπει νά 'χει η ζωή: το μεγάλο, το ωραίο και το συγκλονιστικό. Το μεγάλο είναι να βρίσκεσαι μέσα στην πάλη για μια καλύτερη ζωή. Όποιος δεν το κάνει αυτό, σέρνεται πίσω απ' τη ζωή. Το ωραίο είναι κάθε τι που στολίζει τη ζωή. Η μουσική, τα λουλούδια, η ποίηση. Το συγκλονιστικό είναι η αγάπη. Νίκος Μπελογιάννης

..........Ανατροπή του καπιταλισμού και όχι διαχείριση...

"η χώρα δεν έχει ανάγκη από μια συμφωνία γενικά. έχει ανάγκη από μια έξοδο από τα αδιέξοδα των μνημονίων, από μια σύνθετη πολιτική διεξόδου και αναγέννησης σε όλους τους τομείς, παραγωγικής και πνευματικής – κοινωνικής, εθνικής ανασυγκρότησης, που δεν μπορεί να γίνει μέσα από τα νεοφιλελεύθερα δόγματα και τους όρκους πίστης στις συνθήκες της ε.ε., χωρίς έναν σταθερό προσανατολισμό για μια νέα θέση της χώρας στον γεωπολιτικό άξονα. [ο δρόμος της αριστεράς]

Powered By Blogger

Τρίτη 18 Αυγούστου 2015

Ευρωπαϊκή Ένωση και εθνική - πολιτική κυριαρχία

Η επικαιρότητα της λενινιστικής προσέγγισης

του Δημήτρη Καλτσώνη*


Η οικονομική κρίση επιβεβαιώνει, κατά τη γνώμη μου, με τον πιο πανηγυρικό τρόπο τη λενινιστική ανάλυση για την ουσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το παρόν άρθρο θα ασχοληθεί μόνο με την πλευρά της εθνικής - πολιτικής κυριαρχίας
[1].
Όπως σημείωνε ο Λένιν, “οι Ενωμένες Πολιτείες της Ευρώπης μέσα σε καπιταλιστικό καθεστώς είτε είναι απραγματοποίητες είτε είναι αντιδραστικές[2]. Δυο βασικούς σκοπούς διέκρινε ότι θα μπορούσε να έχει ένα τέτοιο εγχείρημα: ο ένας είναι η αντιμετώπιση από κοινού του επαναστατικού κινήματος και ο άλλος η από κοινού αναζήτηση μεγαλύτερου μεριδίου στην κατανομή των ζωνών επιρροής.

Εκμετάλλευση κρατών 
Ο Μαρξ στο Κεφάλαιο είχε ήδη επισημάνει τη μεταφορά υπερκερδών και υπεραξίας από τις λιγότερο αναπτυγμένες οικονομίες στις περισσότερο ισχυρές[3]. Στην περίοδο της κρατικομονοπωλιακής βαθμίδας του καπιταλισμού παρατηρείται πιο έντονα το φαινόμενο αυτό. Έτσι ο Λένιν υποστήριξε ότι η ιμπεριαλιστική περίοδος του καπιταλισμού χαρακτηρίζεται ακριβώς από την «εκμετάλλευση ολοένα και μεγαλύτερου αριθμού μικρών ή αδύνατων εθνών από μια μικρή χούφτα πλουσιότατα ή ισχυρότατα έθνη»[4], και συγκεκριμένα από λίγες «εθνικοκρατικές ομάδες των χρηματιστών», από «μια χούφτα κράτη - τοκογλύφους»[5]. Σημείωνε επίσης ότι «ιμπεριαλισμός σημαίνει ότι το κεφάλαιο ξεπέρασε τα πλαίσια των εθνικών κρατών, σημαίνει επέκταση και επιδείνωση της εθνικής καταπίεσης πάνω σε νέα ιστορική βάση»[6]. Στο τελευταίο μάλιστα έργο του χρησιμοποιεί και πάλι τον όρο «εκμετάλλευση ορισμένων κρατών από τα άλλα»[7].
Αυτές οι σχέσεις εκμετάλλευσης και καταπίεσης διαθέτουν δυο διαλεκτικά δεμένες πλευρές. Η μια είναι η οικονομική κυριαρχία και εκμετάλλευση. Η άλλη είναι η πολιτική ανισοτιμία, η κάμψη της εθνικής – πολιτικής κυριαρχίας που είναι αντανάκλαση της οικονομικής εκμετάλλευσης αλλά και ένα αποτελεσματικό μέσο για την ένταση της εκμετάλλευσης των λαών των λιγότερο αναπτυγμένων χωρών και τη μεταφορά κοινωνικού πλούτου στις αναπτυγμένες χώρες. Αξίζει να θυμηθεί κανείς την επισήμανση του Λένιν ότι το μονοπωλιακό κεφάλαιο έχει μεγαλύτερο όφελος από μορφές εκμετάλλευσης που συνδέονται «με την απώλεια της πολιτικής ανεξαρτησίας των χωρών»[8]. Τούτο ισχύει είτε αυτή είναι καθολική, όπως στην περίπτωση των αποικιών και των κατακτημένων στρατιωτικά χωρών, είτε είναι μερική όπως στην περίπτωση της συμμετοχής σε ενώσεις και συμμαχίες όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση. Η πραγματικότητα αναδεικνύει «ολόκληρη σειρά από μεταβατικές μορφές κρατικής εξάρτησης»[9]. 

Στο εσωτερικό της ΕΕ 
Σχέσεις ανισοτιμίας και εκμετάλλευσης διαμορφώνονται και στο εσωτερικό της ΕΕ και όχι μόνο στις σχέσεις της με τρίτες χώρες. Ο νόμος της ανισόμετρης ανάπτυξης λειτουργεί στο εσωτερικό της ΕΕ. Οι κοινοί σκοποί των κρατών μελών της ΕΕ (από κοινού αντιμετώπιση επαναστατικού κινήματος, ισχυροποίηση διεθνούς θέσης) δεν σημαίνει ότι εξαλείφονται οι αντιθέσεις ανάμεσα στα αστικά κράτη στο εσωτερικό της, ούτε, πολύ περισσότερο, ότι εξαλείφονται ή αποδυναμώνονται οι ανισότιμες σχέσεις μεταξύ των κρατών που την απαρτίζουν.
Δεν μπορεί στην πραγματικότητα να νοηθεί ως μαρξιστική, ή αριστερή, οποιαδήποτε θέση δεν λαμβάνει υπόψη το γεγονός της ύπαρξης σχέσεων ανισομετρίας και της ύπαρξης σχέσεων κυριαρχίας στο εσωτερικό της ΕΕ[10]. Η ένωση ισότιμων κρατών στο πλαίσιο των καπιταλιστικών σχέσεων αποτελεί, στην καλύτερη περίπτωση, ουτοπία. Ακόμη και ανάμεσα στα ισχυρά κράτη μέλη της ΕΕ αναπτύσσονται οξύτατοι ανταγωνισμοί. Δεν αποκλείονται ακόμη και επιμέρους διαφοροποιήσεις, μυστικές συμφωνίες που παραβιάζουν τις επίσημες συνθήκες, όπως για παράδειγμα φαίνεται από τη στάση των μεγάλων ευρωπαϊκών δυνάμεων στον πόλεμο στη Λιβύη[11].
Η λενινιστική ανάλυση υπογράμμιζε ότι πίσω από την τυπική ισοτιμία των κρατών υπάρχουν στην πραγματικότητα διαφορετικά επίπεδα ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων που διαμορφώνουν σχέσεις πραγματικής ανισοτιμίας, εκμετάλλευσης και καταπίεσης ανάμεσα στα κράτη. Η ανάλυση αυτή ισχύει στο ακέραιο για την ΕΕ. Η καθημερινή πραγματικότητα, η καταθλιπτική κυριαρχία του γερμανογαλλικού άξονα, τόσο πριν όσο κυρίως μετά την εκδήλωση της κρίσης, παρέχει άφθονα παραδείγματα.
Σε ό,τι αφορά τη χώρα μας και τις άλλες αδύναμες χώρες, η οικονομική κρίση ανέδειξε επίσης με τον πλέον ξεκάθαρο τρόπο το γεγονός ότι η ένταξη της Ελλάδας στην ΕΕ ενέτεινε την εκμετάλλευση της εργατικής τάξης και ευρύτερα των μεσαίων στρωμάτων της κοινωνίας σε όφελος του δυτικοευρωπαϊκού μονοπωλιακού κεφαλαίου, μαζί και του ελληνικού. Ο ανταγωνισμός, ιδιαίτερα των γερμανικών και γαλλικών πολυεθνικών, για την καταλήστευση της δημόσιας περιουσίας και του δημόσιου πλούτου της χώρας μας, αναδεικνύεται ανάγλυφα από τις τρέχουσες εξελίξεις.

Το πλάσμα της “εκχώρησης” κρατικής κυριαρχίας 
Η ειδική μορφή με την οποία πραγματοποιείται η οικονομική εκμετάλλευση και η απώλεια της εθνικής - πολιτικής κυριαρχίας των λαών των ασθενέστερων κρατών της ΕΕ είναι η τυπική ισοτιμία των κρατών μελών και η “εθελοντική” προσχώρησή τους στην ΕΕ.
Η εκμετάλλευση των λαών των πλέον αδύναμων οικονομιών της ΕΕ επιτυγχάνεται καταρχήν μέσα από ένα θεσμικό πλαίσιο τυπικής ισοτιμίας[12]H αρχή της ομοφωνίας στις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου (και όχι μόνο) αποτελούσε το εχέγγυο της τήρησης της τυπικής ισοτιμίας ανάμεσα στα κράτη μέλη. Είναι περισσότερο από εύλογο ότι πίσω από αυτή την τυπική ισοτιμία το ειδικό οικονομικό, πολιτικό, στρατιωτικό βάρος κάθε κράτους είναι διαφορετικό, όχι μόνο ποσοτικά αλλά πολλές φορές και ποιοτικά. Έτσι, ακόμη και σε συνθήκες τυπικής ισοτιμίας ο ισχυρός εξασφαλίζει την επιβολή της θέλησής του. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα που σημάδεψε τη νεότερη ευρωπαϊκή ιστορία είναι η επιβολή από τη Γερμανία της αναγνώρισης από την ΕΕ της ανεξαρτησίας της Κροατίας κατόπιν αφόρητων πιέσεων και εκβιασμών[13]Ανάλογα παραδείγματα μπορούν να αντληθούν άφθονα από τη σημερινή συγκυρία, τον τρόπο διαχείρισης της κρίσης και την επιβολή των επιδιώξεων της Γερμανίας και της Γαλλίας δευτερευόντως.
Η κυρίαρχη θέση των ισχυρών κρατών εκφράστηκε στη συνέχεια και θεσμικά με την παραβίαση της τυπικής ισοτιμίας στο πλαίσιο των οργάνων της ΕΕ. Η κάμψη της ομοφωνίας και του δικαιώματος του veto αποτελούν τη νομική – θεσμική αντανάκλαση της διαδικασίας περαιτέρω ενίσχυσης του ρόλου των ισχυρών κρατών σε βάρος των λιγότερο αναπτυγμένων και των ασθενέστερων. Οι ισχύοντες, αλλά ιδίως οι υπό διαμόρφωση, θεσμοί οικονομικής επιτήρησης των ασθενέστερων οικονομικά κρατών της ΕΕ πραγματοποιούν και άλλα βήματα σε αυτή την κατεύθυνση.
Πρόκειται για πλευρά ενός γενικότερου φαινόμενου του καπιταλισμού. Σε περιόδους ασθενούς παρουσίας των λαϊκών κινημάτων αμφισβητείται μερικά η τυπική ισοτιμία (είτε των κρατών είτε των πολιτών) σε όφελος μορφών θεσμικής ανισοτιμίας.
Βέβαια, η συμμετοχή στην ΕΕ γίνεται εθελοντικά. Όμως, «είναι πέρα για πέρα δυνατό, ο ιμπεριαλισμός παράλληλα με την πολιτική του άμεσου στραγγαλισμού των μικρών εθνών, από την οποία δεν θα μπορέσει να παραιτηθεί εντελώς, να εφαρμόσει σε ορισμένες περιπτώσεις πολιτική «εθελοντικής» (δηλαδή που την προκάλεσε μόνο ο οικονομικός στραγγαλισμός) συμμαχίας με μικρά έθνη κράτη» [14].
Στην περίπτωση της Ελλάδας η απώλεια της κυριαρχίας καταγράφεται τόσο στο Σύνταγμα και στη νομοθεσία όσο και στην παραβίασή τους. Το ίδιο το άρθρο 28 του Συντάγματος και ιδίως, η ερμηνευτική δήλωση που προστέθηκε στην αναθεώρηση του 2001, αλλά πολύ περισσότερο η παραβίαση και αυτών ακόμη των συνταγματικών διατάξεων μέσω του τρόπου ψήφισης του Μνημονίου, της μη κύρωσης των αντισυνταγματικών δανειακών συμβάσεων και της πληθώρας νόμων που ψηφίστηκαν κατ' εντολή της τρόικα αποτελούν αντανάκλαση του φαινομένου[15]. Χαρακτηριστικό επίσης παράδειγμα είναι οι αποικιοκρατικού τύπου συμβάσεις, όπως η περιβόητη σύμβαση για τα υποβρύχια που κυρώθηκε με το ν. 3885/2010, οι παλαιότερες συμβάσεις για την εκποίηση στο ξένο (πρώτιστα) και εγχώριο μονοπωλιακό κεφάλαιο των ναυπηγείων, των ΔΕΚΟ, οι λεόντειες συμβάσεις με γερμανικές και γαλλικές πολυεθνικές για το αεροδρόμιο, τη γέφυρα Ρίου - Αντιρρίου και πολλά, πολλά άλλα.
Η απώλεια μέρους έστω της κυριαρχίας, εκτός από τις οικονομικές επιπτώσεις στο λαό και στο παραγωγικό δυναμικό της χώρας, καθιστά οξύτερο το πρόβλημα της δημοκρατίας, καθιστά την αστική δημοκρατία λιγότερο ευάλωτη στις λαϊκές πιέσεις αφού η μετατόπιση αυτή ευνοεί την ακόμη μεγαλύτερη αυτονόμηση και ισχυροποίηση της εκτελεστικής εξουσίας (σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο) καθώς και των αντίστοιχων γραφειοκρατικών μηχανισμών και των αφανών κέντρων εξουσίας.

Cui bono? 
Ποιος ωφελείται από την εθνική καταπίεση και την απώλεια εθνικής – πολιτικής κυριαρχίας που διακρίνει γενικά τις σχέσεις των καπιταλιστικών κρατών και, στην περίπτωση που μας ενδιαφέρει, των κρατών μελών της ΕΕ; Το έθνος στον καπιταλισμό είναι διασπασμένο σε ανταγωνιστικές τάξεις. Επομένως, οι παραπάνω συνέπειες δεν κατανέμονται σε όλες τις τάξεις του έθνους. Οι σχέσεις εκμετάλλευσης, καταπίεσης των ασθενέστερων εθνών από τα ισχυρότερα θίγουν κύρια την εργατική τάξη των πρώτων η οποία υφίσταται μια διπλή αφαίμαξη. Αγγίζει επίσης τα στρώματα των μικροϊδιοκτητών (κύρια της αγροτικής οικονομίας) τα οποία υφίστανται μια μεγαλύτερη πίεση και εκμετάλλευση, όχι μόνο από το εγχώριο μονοπωλιακό κεφάλαιο αλλά και από εκείνο των αναπτυγμένων κρατών.
            Η αστική τάξη των ασθενέστερων εθνών των κρατών της ΕΕ δεν θίγεται κατά κανόνα από τη σχέση αυτή αλλά αντίθετα ευνοείται πολιτικά και οικονομικά. Η σχέση αυτή ποικίλει ανάλογα με το επίπεδο ανάπτυξης της χώρας. Πάντως γενικά οι όποιες αντιθέσεις προκύπτουν ανάμεσα σε αυτή και στην άρχουσα τάξη των ισχυρών χωρών καθίστανται αντικειμενικά δευτερεύουσες. Η βασική αντίθεση ανάμεσα στο κεφάλαιο και στην εργασία είναι εκείνη που σηματοδοτεί και χρωματίζει όλες τις άλλες. Έτσι, η διαφαινόμενη σχετική υποβάθμιση της άρχουσας τάξης της Ελλάδας σε τίποτα δε διαφοροποιεί τη συναίνεσή της στο σύνολο των μέτρων που λαμβάνονται. Για τους ίδιους λόγους η ελληνική αστική τάξη και οι βασικοί πολιτικοί της εκφραστές πρωτοστατούν στην περαιτέρω εκχώρηση πολιτικής κυριαρχίας.
Με αυτή την έννοια η ανάκτηση της εθνικής - πολιτικής κυριαρχίας την περίοδο του ιμπεριαλισμού δεν μπορεί να γίνει υπόθεση της αστικής τάξης. Γενικά, θεωρητικά, δεν μπορεί να αποκλειστεί ότι η αστική τάξη κάποιας χώρας, ή ένα μέρος της τάξης αυτής, θα μπορούσε να διεκδικήσει την πολιτική της ανεξαρτησία έναντι των ισχυρών καπιταλιστικών κρατών. Τούτο όμως προϋποθέτει δυο τουλάχιστον βασικούς όρους: α. την αναβάθμιση της θέσης της τάξης αυτής και της δυνατότητας της να αποκτήσει ένα καλύτερο ρόλο στο διεθνή καπιταλιστικό καταμερισμό εργασίας και β. τη δυνατότητά της να ελέγξει ή να κρατήσει εντός ορίων την αντίθεση κεφαλαίου εργασίας στο εσωτερικό της έτσι ώστε να μην κινδυνεύσει τη εξουσία της και να μη χρειαστεί τη συνδρομή των ισχυρών αστικών κρατών.
Τέτοια παραδείγματα μπορούμε να δούμε στη Λ. Αμερική. H περίπτωση της Βραζιλίας είναι ίσως η πλέον χαρακτηριστική. Η ισχυροποίηση, πρώτα απ’ όλα σε οικονομικό επίπεδο, της εγχώριας αστικής τάξης σε συνδυασμό με την υποχώρηση του επαναστατικού κινήματος τόσο στο εσωτερικό της χώρας όσο και στο διεθνή περίγυρο ως συνέπεια της μεταβολής του παγκόσμιου συσχετισμού των δυνάμεων, επέτρεψαν την ανάκτηση της εθνικής - πολιτικής κυριαρχίας της χώρας έναντι των ΗΠΑ. Η αναβάθμιση της εγχώριας αστικής τάξης τόσο στην εσωτερική αγορά όσο και στο διεθνές επίπεδο υπήρξε ο καθοριστικός παράγοντας.
Στην Ελλάδα η αστική τάξη υπήρξε από τη συγκρότησή της βαθιά συνδεδεμένη με το κεφάλαιο της Δυτικής Ευρώπης. Στον 20ό αιώνα συνδέθηκε στενότερα μαζί του όχι μόνο για λόγους οικονομικούς αλλά και για λόγους πολιτικούς: χρειάστηκε τη βοήθειά του προκειμένου να αντιμετωπίσει το επαναστατικό κίνημα. Η διαφαινόμενη, πιθανή, υποβάθμιση του ελληνικού μονοπωλιακού κεφαλαίου στο διεθνή καπιταλιστικό καταμερισμό εργασίας δεν μπορεί να οδηγήσει σε μια διεκδίκηση της πολιτικής κυριαρχίας εκ μέρους του. Αντίθετα, όλα δείχνουν ότι οι σχέσεις καθίστανται στενότερες και ότι η παραχώρηση εθνικής - πολιτικής κυριαρχίας γίνεται εντονότερη[16].
Έτσι, τουλάχιστον με βάση τα μέχρι σήμερα δεδομένα, δεν φαντάζει πιθανή μια πρωτοβουλία ενός ισχυρού τμήματος του ελληνικού μονοπωλιακού κεφαλαίου για έξοδο από την ΕΕ. Είναι άλλο ζήτημα, βέβαια, η τυχόν αποβολή της Ελλάδας από το ευρώ που, αν γίνει, θα γίνει με πρωτοβουλία των ισχυρών της ΕΕ, με όρους τέτοιους και με σκοπό την μεγαλύτερη απομύζηση του κοινωνικού μας πλούτου και την αποσόβηση της μεταφοράς της κρίσης στην υπόλοιπη ευρωζώνη. 

Η ανάκτηση της εθνικής - πολιτικής κυριαρχίας 
Η εθνική - πολιτική κυριαρχία αποτελεί θεμελιώδες συστατικό της δημοκρατίας. Για να μπορέσει η εργατική τάξη και ο λαός να ασκήσουν μεγαλύτερο έλεγχο στην υπάρχουσα εξουσία και, πολύ περισσότερο, για να μπορέσουν να οικοδομήσουν μια δική τους εναλλακτική πρόταση απαιτείται, ανάμεσα σε άλλα, η ανάκτηση της εθνικής – πολιτικής κυριαρχίας. Ο Λένιν τόνιζε ότι η εργατική τάξη «δεν μπορεί να πραγματοποιήσει τη σοσιαλιστική επανάσταση, αν δεν προετοιμάζεται γι’ αυτή με τον αγώνα για δημοκρατία. …Χωρίς αγώνα για δικαιώματα αμέσως, αυτή τη στιγμή, χωρίς διαπαιδαγώγηση των μαζών στο πνεύμα αυτού του αγώνα ο σοσιαλισμός είναι ανέφικτος»[17]. Και η διεκδίκηση της εθνικής - πολιτικής κυριαρχίας είναι ακριβώς μέγιστο ζήτημα δημοκρατίας.
Τίθεται, κατά συνέπεια, επί τάπητος η ανάκτηση της κυριαρχίας. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να διακοπεί ο θεσμικός ομφάλιος λώρος που συνδέει τη χώρα με την ΕΕ και τους άλλους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς. Απαιτείται ακόμη μια ευρύτερη δέσμη ριζοσπαστικών δημοκρατικών αλλαγών[18].
Παράλληλα, πρέπει να υπογραμμιστεί ότι μόνη η αποδέσμευση από την ΕΕ και η ανάκτηση της εθνικής – πολιτικής κυριαρχίας δεν αρκεί για να οδηγήσει σε μια έξοδο από την κρίση σε όφελος του λαού. Όπως υπογράμμιζε ο Λένιν η πάλη για την εθνική κυριαρχία, που είναι  ζήτημα δημοκρατίας[19], όπως και γενικά η πάλη για κάθε διεκδίκηση πολιτικής δημοκρατίας πρέπει να υποτάσσεται και να συνδέεται διαλεκτικά με τον αγώνα για τη συνολική αλλαγή του κοινωνικο-οικονομικού συστήματος[20].
Η ανάκτηση της εθνικής - πολιτικής κυριαρχίας μέσω της αποδέσμευσης από την ΕΕ πρέπει να συνοδεύεται από μια δέσμη οικονομικών μέτρων που μπορούν να ανοίξουν έναν άλλο δρόμο κοινωνικο-οικονομικής ανάπτυξης για την χώρα και το λαό. Έχει σημασία να υπενθυμίσουμε τη λενινιστική θέση ότι “η δημοκρατία δεν εξαλείφει την ταξική καταπίεση, αλλά απλώς κάνει την ταξική πάλη πιο καθαρή, πιο πλατιά, πιο ανοιχτή, πιο οξεία... Όσο δημοκρατικότερο είναι το κρατικό καθεστώς, τόσο σαφέστερο γίνεται στους εργάτες ότι η ρίζα του κακού είναι ο καπιταλισμός και όχι η έλλειψη δικαιωμάτων[21]. Η ανάκτηση της εθνικής – πολιτικής κυριαρχίας μέσω της αποδέσμευσης από την ΕΕ δεν μπορεί επομένως να εξαλείψει την αιτία της οικονομικής κρίσης και της κακοδαιμονίας του λαού. Συμβάλλει, ωστόσο, στην αποκάλυψη της ρίζας του προβλήματος.
Παράλληλα, η διεκδίκηση της εθνικής -πολιτικής κυριαρχίας έναντι της ΕΕ μπορεί να συμβάλλει στη συσπείρωση ευρύτερων λαϊκών στρωμάτων ενάντια στις κυρίαρχες πολιτικές επιλογές. Αυτό μπορεί να συμβεί καθώς η ΕΕ χαρακτηρίζεται ακριβώς από την ένταση της εκμετάλλευσης των ασθενέστερων εθνών και, άρα, από την όξυνση των προβλημάτων όχι μόνο της εργατικής τάξης αλλά και των μικροϊδιοκτητώνΈχει επιβεβαιωθεί ιστορικά ότι το εθνικό, πατριωτικό αίσθημα του λαού ενδέχεται να αποτελέσει ένα σημαντικό μοχλό για την ανάπτυξη της αμφισβήτησης του καπιταλιστικού συστήματος συνολικά[22].
Όσο αναγκαία είναι για τους μαρξιστές η υποταγή των δημοκρατικών διεκδικήσεων στην πάλη για το σοσιαλισμό άλλο τόσο είναι σημαντικό να κατανοείται ότι η ανάδειξη της αναγκαιότητας του σοσιαλισμού δεν μπορεί να οδηγεί στην υποτίμηση των δημοκρατικών διεκδικήσεων. Συνεπώς δεν μπορεί να οδηγεί στην υποτίμηση της προβολής του εξαιρετικά επίκαιρου αιτήματος της ανάκτησης της εθνικής - πολιτικής κυριαρχίας έναντι τόσο της ΕΕ όσο και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και των ΗΠΑ.
Ασκώντας κριτική σε εκείνους τους μαρξιστές που αρνούνταν να θέσουν το αίτημα της ελευθερίας αποχωρισμού των καταπιεζόμενων εθνών, ο Λένιν σημείωνε πως η απελευθέρωση των αποικιών, η αυτοδιάθεση των εθνών, αλλά και άλλες πιο προωθημένες μορφές δημοκρατίας όπως η εκλογή όλων των δημόσιων λειτουργών από το λαό, η δημιουργία εργατικής πολιτοφυλακής κλπ είναι στο σύνολό τους απραγματοποίητα στο πλαίσιο του καπιταλισμού[23]. Αυτό όμως δεν σημαίνει πως δεν μπορεί να πραγματοποιηθούν κάποιες από τις επιμέρους δημοκρατικές διεκδικήσεις[24]. Προϋπόθεση γι 'αυτό είναι η ένταση της ταξικής πάλης, οι ανακατατάξεις στο συσχετισμό δυνάμεων σε εθνικό και διεθνές επίπεδο. Το ίδιο ισχύει και για την περίπτωση του αιτήματος αποδέσμευσης από την ΕΕ και ανάκτησης της εθνικής – πολιτικής κυριαρχίας.
Ειδικά για την περίπτωση των σχετικά αναπτυγμένων καπιταλιστικών κρατών, εκείνων δηλαδή που κατέχουν μια ενδιάμεση θέση στο διεθνές ιμπεριαλιστικό σύστημα, ο Λένιν τόνιζε ότι, στα κράτη ακριβώς αυτού του τύπου, οι αντιστάσεις των λαών στη διπλή καταπίεση και εκμετάλλευση είναι πιο ισχυρές. “Στην Ευρώπη, στις περισσότερες περιπτώσεις, τα εξαρτημένη έθνη είναι από καπιταλιστική άποψη τα πιο αναπτυγμένα ... παρά στις αποικίες. Ακριβώς όμως αυτό προκαλεί μεγαλύτερη αντίσταση ενάντια στην εθνική καταπίεση και στις προσαρτήσεις![25]. Έτσι, η πάλη για την ανάκτηση της εθνικής – πολιτικής κυριαρχίας σε χώρες μέσου επιπέδου ανάπτυξης όπως η Ελλάδα μπορεί να συσπειρώσει ευρύτερες λαϊκές δυνάμεις και να διευκολύνει τη συγκέντρωση των δυνάμεων για μια ριζική, επαναστατική κοινωνική μεταβολή[26]. Η τελευταία είναι το ζητούμενο, μια και τίποτα δεν μπορεί να θεραπεύσει την αγριότητα της καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης. Η μοναδική λύση είναι η κοινωνικοποίηση των στρατηγικών τομέων της οικονομίας (ως προοίμιο της κοινωνικοποίησης των βασικών μέσων παραγωγής), ο εργατικός και λαϊκός έλεγχος σε όλα τα επίπεδα, η δημοκρατικά σχεδιασμένη οικονομική ανάπτυξη, τελικά μια άλλου τύπου δημοκρατία.


[1] «Αυτοδιάθεση των εθνών ονομάζεται η πολιτική ανεξαρτησία τους», βλ. Β.Ι. Λένιν, «Σχετικά με τη γελοιογραφία του μαρξισμού», Άπαντα, τ. 30, σελ. 95.
[2] Βλ. Β.Ι.Λένιν, “Για το σύνθημα των Ενωμένων Πολιτειών της Ευρώπης», Άπαντα, τ. 26, σελ. 360.
[3] Βλ. Κ. Μαρξ, Το Κεφάλαιο, τ. 3, Αθήνα, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, σελ. 299-303.
[4] Βλ. Β.Ι.Λένιν, «Ο ιμπεριαλισμός, ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού», Άπαντα, τ. 27, σελ. 429.
[5] Βλ. Β.Ι.Λένιν, «Ο ιμπεριαλισμός, ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού», Άπαντα, τ. 27, σελ. 414, 405.
[6] Βλ. Β.Ι.Λένιν, «Το επαναστατικό προλεταριάτο και το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης των εθνών», Άπαντα, τ. 27, σελ. 64.
[7]  Βλ. Β.Ι.Λένιν, «Κάλλιο λιγότερα και καλύτερα», Άπαντα, τ. 45, σελ. 402.
[8]  Βλ. Β.Ι.Λένιν, «Ο ιμπεριαλισμός, ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού», Άπαντα, τ. 27, σελ. 385.
[9] Βλ. Β.Ι.Λένιν, «Ο ιμπεριαλισμός, ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού», Άπαντα, τ. 27, σελ. 389. Βλ. και Β.Ι. Λένιν, «Σχετικά με τη γελοιογραφία του μαρξισμού, Άπαντα, τ. 30, σελ. 81, 112.
[10] Βλ. Β.Ι.Λένιν, «Για το πρόγραμμα ειρήνης», Άπαντα, τ. 27, σελ. 279.
[11] Βλ. Β.Ι.Λένιν, “Για τη χωριστή ειρήνη”, Άπαντα, τ. 30, σελ. 186.
[12] Για την τυπική ισοτιμία των υποκειμένων ως μορφή των καπιταλιστικών σχέσεων βλ. Β. Λαπάγεβα,Ζητήματα δικαίου στο Κεφάλαιο του Μαρξ, Αθήνα, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, 1986, ιδίως σελ. 43 επ. και Δ. Καλτσώνης, Δίκαιο, κοινωνία, τάξεις, Αθήνα, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, 2005, σελ. 54 επ.
[13] Βλ. Θ. Βερέμης, Βαλκάνια (από τον 19ο αιώνα στον 21ο αιώνα – δόμηση και αποδόμηση κρατών), Αθήνα, εκδ. Πατάκη, 2004, σελ. 134.
[14] Βλ. Β.Ι.Λένιν, «Προσχέδιο θέσεων έκκλησης προς τη Διεθνή σοσιαλιστική επιτροπή και προς όλα τα σοσιαλιστικά κόμματα», Άπαντα, τ. 30, σελ. 282.
[15] Βλ. Γ. Κατρούγκαλος, «Το «παρασύνταγμα» του Μνημονίου και ο άλλος δρόμος», Νομικό Βήμα, Φεβρουάριος 2011, προσβάσιμο στο www.greek-critical-legal.blogspot.com.
[16] Βλ. Σ. Μαυρουδέας, “Το ελληνικό κράτος και το ξένο κεφάλαιο στην οικονομική κρίση”, προσβάσιμο στοwww.kratoskaidikaio.blogspot.com.
[17] Βλ. Β.Ι.Λένιν, «Σχετικά με τη γελοιογραφία του μαρξισμού», Άπαντα, τ. 30, σελ. 128.
[18] Βλ. Αναλυτικότερα Δ. Καλτσώνης, “Η αναγκαιότητα Συντακτικής Συνέλευσης και η ολοκλήρωση του κύκλου της μεταπολίτευσης”, στον τόμο Δ. Καλτσώνης (επιμ.), Η Συνταγματική αναθεώρηση του 1975 (κατ' άρθρο κυβερνητικά σχέδια και τροπολογίες κομμάτων και βουλευτών), Αθήνα, εκδ. Ξιφαράς, 2011, σελ. 7-14, προσβάσιμο και στο www.kaltsonis.blogspot.com 
[19] Βλ. Βλ. Β.Ι.Λένιν, “Σχετικά με τη γελοιογραφία του μαρξισμού”, Άπαντα, τ. 30, σελ. 112.
[20] Βλ. Β.Ι.Λένιν, «Η σοσιαλιστική επανάσταση και το δικαίωμα αυτοδιάθεσης των εθνών», Άπαντα, τ. 27, σελ. 270 και του ίδιου, «Για το πρόγραμμα ειρήνης», Άπαντα, τ. 27, σελ. 275.
[21] Βλ. Β.Ι.Λένιν, “Σχετικά με τη γελοιογραφία του μαρξισμού”, Άπαντα, τ. 30, σελ. 127.
[22] Βλ. Κ. Μαρξ, Ο εμφύλιος πόλεμος στη Γαλλία, Αθήνα, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, 2000, σελ. 77.
[23] Βλ. Β.Ι.Λένιν, “Τα αποτελέσματα της συζήτησης για την αυτοδιάθεση”, Άπαντα, τ. 30, σελ. 34.
[24] “Και ο καπιταλισμός και ο ιμπεριαλισμός ... αναπτύσσονται κάτω από οποιεσδήποτε πολιτικές μορφές, υποτάσσοντάς τες όλες. Γι' αυτό είναι ριζικά λαθεμένο από θεωρητική άποψη να λέει κανείς ότι “δεν είναι πραγματοποιήσιμη μια από τις μορφές και μια από τις διεκδικήσεις της δημοκρατίας” βλ. Β.Ι.Λένιν, “Τα αποτελέσματα της συζήτησης για την αυτοδιάθεση”, Άπαντα, τ. 30, σελ. 23.
[25] Βλ. Β.Ι.Λένιν, “Τα αποτελέσματα της συζήτησης για την αυτοδιάθεση”, Άπαντα, τ. 30, σελ. 35.
[26] «Οι πολιτικοί μετασχηματισμοί προς μια πραγματικά δημοκρατική κατεύθυνση κι ακόμη περισσότερο οι πολιτικές επαναστάσεις … πλαταίνουν τη βάση της (ενν. της σοσιαλιστικής επανάστασης - ΔΚ), εντάσσουν στο σοσιαλιστικό αγώνα νέα στρώματα μικροαστών», βλ. Β.Ι.Λένιν, “Για το σύνθημα των Ενωμένων Πολιτειών της Ευρώπης», Άπαντα, τ. 26, σελ. 359. «Το προλεταριάτο δεν μπορεί να πραγματοποιήσει τη σοσιαλιστική επανάσταση, αν δεν προετοιμάζεται γι’ αυτή με τον αγώνα για δημοκρατία», βλ. Β.Ι. Λένιν, «Σχετικά με τη γελοιογραφία του μαρξισμού», Άπαντα, τ. 30, σελ. 128.


*επ. καθηγητής Παντείου Πανεπιστημίου
(Το άρθρο αυτό δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά στο περ. Ουτοπία, τευχ. 96 (2011), σελ. 89-97)
Δημοσιεύθηκε: 18/8/2015

Σάββατο 8 Αυγούστου 2015

ΜΝΗΜΟΝΙΟ ΤΩΡΑ ΚΑΙ ΕΚΛΟΓΕΣ ΤΟΝ ΣΕΠΤΕΜΒΡΗ

   Απόψεις   
Της ΣΟΦΗΣ ΠΑΠΑΔΟΓΙΑΝΝΗ*













Το κυβερνητικό επιτελείο σχεδιάζει να μετατρέψει σε ψήφο εμπιστοσύνης την ψήφιση μέσα στο δεκαπενταύγουστο του τρίτου μνημονίου στη Βουλή, με στόχο αμέσως μετά να προχωρήσει σε εκλογές εξπρές όσο το δυνατόν νωρίτερα μέσα στο Σεπτέμβρη. Η κυβέρνηση, σύμφωνα με πολιτικούς παρατηρητές, ανησυχεί κάθε μέρα που θα περνάει μετά την ψήφιση του τρίτου μνημονίου, πως θα χάνει απελπιστικά έδαφος μέσα στο λαό και επιδιώκει άρον-άρον εκλογές, προτού να σπαταληθεί το πολιτικό κεφάλαιο αποδοχής της.

ΤΟ ΕΚΛΟΓΙΚΟ ΠΡΟΣΧΗΜΑ

Το πρόσχημα για τις εκλογές θα είναι τα "ΟΧΙ" στο τρίτο μνημόνιο που θα ψηφίσουν ευάριθμοι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ. Και λέμε πρόσχημα διότι η κυβέρνηση θα δει να αθροίζεται με το "ΝΑΙ" στο τρίτο μνημόνιο μια τερατώδης κοινοβουλευτική πλειοψηφία, που μπορεί να ξεπεράσει και τους 240 βουλευτές. Η ίδια άλλωστε πλειοψηφία λογικότατα θα αθροίζεται και στην ψήφιση των εφαρμοστικών νομ/δίων του τρίτου μνημονίου, μιας και η ψήφιση του τελευταίου από 240 βουλευτές συνεπάγεται "αυτόματα" και έγκριση των εφαρμοστικών νόμων που απορρέουν από αυτό.
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ με τη στήριξη ΝΔ, ΠΑΣΟΚ και Ποταμιού (άτυπη συγκυβέρνηση μνημονιακής συναίνεσης ή "εθνικής ενότητας") θα είναι ένα γεγονός, το οποίο, άλλωστε, υπάρχει από την εξουσιοδότηση της κυβέρνησης να υπογράψει νέο μνημόνιο και από την ψήφιση στη Βουλή των προαπαιτούμενων μνημονιακών μέτρων.
Επομένως θέμα εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση από τη Βουλή δεν υπάρχει. Κάθε άλλο. Το θέμα που υπάρχει για την κυβέρνηση είναι η επιμονή αρκετών βουλευτών της , οι οποίοι σε πείσμα καιροσκοπικών συμπεριφορών , δεν θέλουν να εγκαταλείψουν τις κυβερνητικές προγραμματικές δεσμεύσεις και την εντολή που έχουν από το λαό τόσο στις 25 Γενάρη όσο και στο δημοψήφισμα της 5ης Ιούλη.
ΕΚΛΟΓΕΣ ΓΙΑ ΝΑ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΤΟΥΝ ΤΙΣ ΛΙΣΤΕΣ

Ο κύριος και πραγματικός λόγος, όπως πληροφορούμεθα, για το ενδεχόμενο των εκλογών εξπρές μέσα στο Σεπτέμβρη δεν είναι μόνο ο αιφνιδιασμός και η ανησυχία της κυβέρνησης μπροστά σε κάθε μέρα που περνάει με ψηφισμένο το μνημόνιο και με ανοικτές τις επιπτώσεις του. Ο κύριος λόγος για τις ενδεχόμενες εκλογές εξπρές, που όλα δείχνουν ότι σχεδιάζονται, είναι η εμμονή της κυρίαρχης μερίδας της κυβέρνησης να "εκκαθαρίσει" τις λίστες των υποψηφίων και να πετάξει έξω από αυτές όσους/όσες σημερινούς βουλευτές/νες ψηφίσουν "ΟΧΙ" στο τρίτο μνημόνιο και μένουν πιστοί στη λαϊκή εντολή.
Σε αυτήν την περίπτωση είναι προφανές ότι η κυβέρνηση θα επιδιώξει με τις εκλογές και εκ των πραγμάτων, ό, τι και αν λέει στα λόγια, να πετάξει στα "σκουπίδια" τους αντιμνημονιακούς αγώνες του λαού και τις προηγούμενες δεσμεύσεις της και να ζητήσει την ψήφο του ελληνικού λαού για την εκκαθάριση της κοινοβουλευτικής ομάδας του κόμματος από τα "αντιμνημονιακά βαρίδια" και την μνημονιακή μετάλλαξή του. Αξιέπαινο, πράγματι, το έργο, μένει να δούμε, όμως, τα χειροκροτήματα που τελικά θα αποσπάσει!

ΕΝΔΕΙΞΗ ΕΚΛΟΓΩΝ Η ΜΕΤΑΘΕΣΗ 
ΣΤΟ ΑΝΑΔΡΟΜΙΚΟ ΚΟΨΙΜΟ ΣΥΝΤΑΞΕΩΝ

Τα «χρωστούμενα» από την αύξηση της εισφοράς για υγειονομική περίθαλψη που παρακρατείται από τις κύριες συντάξεις και τη θέσπιση εισφοράς στις επικουρικές συντάξεις, που ισχύουν από την 1η Ιουλίου, θα έπρεπε, σύμφωνα με το νόμο 4334/15 των προαπαιτουμένων να παρακρατηθούν μαζεμένα από τις συντάξεις του Σεπτεμβρίου.
Έτσι μειώνεται το μεγάλο "ψαλίδισμα" της σύνταξης του Σεπτεμβρίου, από την οποία -σύμφωνα με την αρχική απόφαση- θα παρακρατούνταν αναδρομικά και τα ποσά που προέκυπταν για Ιούλιο, Αύγουστο.
Το υπουργείο Εργασίας, όμως, σε νέα εγκύκλιό του ορίζει ότι η αναδρομική περικοπή για τις εισϕορές των συντάξεων, κύριων και επικουρικών, Ιουλίου και Αυγούστου δεν θα γίνει στις συντάξεις του μηνός Σεπτεμβρίου, όπως είχε αρχικά αποϕασιστεί, αλλά αντίθετα θα γίνει σε τρεις μηνιαίες δόσεις, αρχής γενομένης από τις συντάξεις του μηνός Οκτωβρίου.
Δεν είναι λίγοι εκείνοι που μας ψιθυρίζουν ότι η κυβερνητική αυτή μετάθεση των βαρών στους συνταξιούχους δεν είναι καθόλου άσχετη με τις σχεδιαζόμενες εκλογές του Σεπτεμβρίου. Τον παλιό "δικομματισμό" πολλοί εμίσησαν, τις πρακτικές του όμως;

ΛΟΓΑΡΙΑΖΟΥΝ ΧΩΡΙΣ ΤΟΝ ΞΕΝΟΔΟΧΟ

Όλα τα παραπάνω , παρ’ ότι ως διαδικασίες ακυρώνουν Σύνταγμα και Κανονισμό της Βουλής , μοιάζουν καλοσχεδιασμένα από μια κυβέρνηση που επιδιώκει να διασφαλίσει την εξουσία, πριν ξεσπάσουν νέες οικονομικές και κοινωνικές θύελλες. Μήπως , όμως, κάποιοι λογαριάζουν χωρίς τον ξενοδόχο;


___________
* Η Σόφη Παπαδόγιαννη είναι μέλος της ΠΓ του ΣΥΡΙΖΑ

Σάββατο 8 Αυγούστου 2015
- από το: http://ilioupoligiaolous.gr/

Δευτέρα 3 Αυγούστου 2015

ΠΛΗΒΕΙΟΙ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΠΑΤΡΙΚΙΩΝ

Editorial
Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση *



ΠΛΗΒΕΙΟΙ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΠΑΤΡΙΚΙΩΝ


1. Από τα αίτια στα αποτελέσματα


Πολλοί διερωτώνται τι έκανε την ηγετική ομάδα της Κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ να αλλάξει αιφνιδίως γραμμή πλεύσης. Ενώ φαινόταν ότι ήταν έτοιμη να αποδεχθεί την «οδυνηρή», «έντιμη (ma non troppo)» και πάντως ακολουθούσα τις επιταγές του νεοφιλελευθερισμού συμφωνία (με κάποιες απαλύνσεις προκειμένου να επικυρωθεί από τη Βουλή και να μην προκληθούν έντονες λαϊκές αντιδράσεις), προκήρυξε το αστραπιαίο δημοψήφισμα.
Η απόφαση αυτή εκφράζει σίγουρα το αγωνιστικό «πνεύμα της Γένοβας» που διέπει μεγάλο μέρος του ΣΥΡΙΖΑ, ακόμη και εάν βρέθηκε σε χειμερία νάρκη από το 2012 ως τις τελευταίες μέρες. Αυτό το «πνεύμα» έρχεται σε αντίθεση τόσο με τη στάση στελεχών προηγούμενων «γενεών» του ΣΥΡΙΖΑ όσο και των προερχόμενων από τον πασοκικό και τον επιχειρηματικό χώρο που διαφώνησαν, περισσότερο ή λιγότερο ανοιχτά, κρούοντας κώδωνες κινδύνου, απειλώντας με παραιτήσεις και συστήνοντας εν γένει «σύνεση» και ουσιαστικά συνθηκολόγηση.
Η κυρίαρχη στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ, διαμορφωμένη από το Νοέμβριο του 2013, εδράζεται στην πεποίθηση ότι η Ελλάδα μετά την κρίση του 2008 μπορεί να κυβερνηθεί με τον προκρισιακό τρόπο, εάν υπάρξει «κατάλληλη» κυβερνητική βούληση, βασισμένη στη λαϊκή υποστήριξη και σε κάποια εξωτερική στήριξη (ο σύντροφος Ολάντ, ο διαχυτικός Γιουνκέρ, ο ευαίσθητος Ντράγκι). Πρόκειται για κλασική επιλογή ενός αριστερού κόμματος για «ιστορικό συμβιβασμό» και για άσκηση πολιτικής στο πνεύμα μιας κυβέρνησης εθνικής ενότητας που δεν λέει το όνομά της, αλλά δρα με αυτό το σκεπτικό. Αποτέλεσμα ήταν η μετατροπή της κοινωνικής διεκδίκησης σε εθνική με βάση την ιδέα του «ενός έθνους».
Στην αιτιολογική έρευνα ανήκει και η εξέταση του εξωτερικού μετώπου. Οι «έξω», καίτοι κατανόησαν ορθώς και εκμεταλλεύτηκαν τις αδυναμίες της εθνικομετωπικής επιλογής, πιέζοντας για τη συνέχιση του Μνημονίου με ελάχιστες απαλύνσεις, έκαναν το λάθος να υπερτιμήσουν την υπεροχή τους. Απαίτησαν πλήρη-ταπεινωτικό συμβιβασμό, στοιχηματίζοντας στην αδυναμία της ελληνικής κυβέρνησης που φαινόταν να βρίσκεται σε «ολισθηρό δρόμο». Και έκαναν το σκοινί να σπάσει με την προκήρυξη Δημοψηφίσματος.
Ωστόσο, η περί αιτίων και κινήτρων συζήτηση για το ποιος, πώς και γιατί έδρασε στη συγκεκριμένη συγκυρία είναι μικρής σημασίας. Στην ταξική αντιπαράθεση λαμβάνονται ενίοτε πολιτικές αποφάσεις που η αλυσίδα των αποτελεσμάτων τους είναι πιο σημαντική από την αλυσίδα των αιτίων και κινήτρων τους.
Η απόφαση για το Δημοψήφισμα του 2015 ανήκει σε αυτές (και δικαιολογεί το κεφαλαίο Δέλτα). Από ιστορική άποψη, όλα τα ως τώρα δημοψηφίσματα στην Ελλάδα αφορούσαν τη διατήρηση ή μη της μοναρχίας και είχαν προδεδομένο αποτέλεσμα (κάτι που συνέβη και στην παρωδία των δημοψηφισμάτων της χούντας). Με το Δημοψήφισμα του 2015 για πρώτη φορά ο λαός εγκαλείται ως άμεσα αποφασιστικό σώμα. Διεξάγεται λυσσαλέα προεκλογική αντιπαράθεση, υπάρχουν αμφίρροπα προγνωστικά στις δημοσκοπήσεις και τελικά ο λαός αποφασίζει «Όχι» με κυριολεκτικά συντριπτική πλειοψηφία.
Πιο σημαντικό είναι το ότι το Δημοψήφισμα αναδιάταξε το σκηνικό. Συνέτριψε την προηγούμενη κατανομή δυνάμεων, αναδεικνύοντας νέα μέτωπα «φίλων» και «εχθρών». Η κυβέρνηση χάνει τη συμπάθεια ορισμένων δεξιών πολιτικών, τραπεζιτών και αρκετών μεγαλοκαπιταλιστών που (προσ)έβλεπαν στον ΣΥΡΙΖΑ (ως) μια ήπια σοσιαλδημοκρατική παράταξη. Και, όπως είπαμε, υπήρξε και εξακολουθεί να υπάρχει η αποστασιοποίηση κομματικών στελεχών από τη νέα, «επικίνδυνη» γραμμή.
Από την άλλη πλευρά, η πολιτική νίκη αναδεικνύει τον ΣΥΡΙΖΑ ως τον αδιαμφισβήτητο πολιτικό ηγεμόνα στο εσωτερικό της χώρας. «Δένει» όλες τις πολιτικές κινήσεις στο άρμα του, με εξαίρεση μικρές αριστερές ομάδες και το πλήρως αυτιστικό ΚΚΕ. Είναι δύσκολο να εντοπίσουμε αντίστοιχη πολιτική ηγεμονία χωρίς αντίπαλο στην πολιτική ιστορία της Ελλάδας, αν εξαιρέσουμε τη σύντομη περίοδο του «Καραμανλής ή τανκς» μετά την πτώση της χούντας.
Πρόκειται για τέλος της Μεταπολίτευσης και για παγίωση ενός λαϊκού μετώπου; Δεν υπάρχουν στοιχεία για τέτοιες προβλέψεις. Οι πολιτικές βεβαιότητες είναι τρεις: πρώτον, τα μεγάλα κόμματα της Μεταπολίτευσης βρίσκονται υπό διάλυση από πλευράς προσωπικού, στρατηγικής και λαϊκής απήχησης, δεύτερον, δεν διακρίνεται κανείς που να μπορεί να αμφισβητήσει βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα την ηγεμονία του ΣΥΡΙΖΑ και, τρίτο και κυριότερο, ότι οι μάζες βρίσκονται στο προσκήνιο, τόσο ως παράγοντας άμεσης πολιτικής δράσης όσο και ως διεθνώς σημαντικό επιχείρημα («ο ελληνικός λαός θέλει...»).
Αυτή η εξέλιξη έκανε τον υπέργηρο Φιντέλ Κάστρο να στείλει εκτενές μήνυμα στον Αλέξη Τσίπρα με τη φαινομενικά παράδοξη αναφορά στον διεθνοπολιτικώς εγγυητικό ρόλο του Κόκκινου Στρατού της ΕΣΣΔ και της Κίνας, που σήμερα φαίνεται να αναλαμβάνουν χώρες σαν την Ελλάδα ως παράδειγμα δημοκρατικής και φιλολαϊκής πολιτικής.1 Και η ίδια εξέλιξη δημιουργεί αντιδράσεις πανικού στο αστικό προσωπικό, όπως η εκφραζόμενη στην ανθολογική δήλωση του κ. Janis Reirs, υπουργού Οικονομικών της Λετονίας: «Οι Λετονοί δεν καταλαβαίνουν τους Έλληνες. Είναι έκπληκτοι» (7-7-15).
Όλοι κατάλαβαν όμως τι δεν κατάλαβαν «οι Λετονοί». Γιατί το ζήτημα δεν είναι η ορθή δόση νεοφιλελευθερισμού ή το κατά πόσον ο καθηγητής Krugman έχει λειτουργικότερες ιδέες για τον καπιταλισμό από τους Ευρωπαίους συναδέλφους του. Με το Δημοψήφισμα, το ισχυρό επιχείρημα της δημοκρατίας-πλειοψηφίας μπορεί να χρησιμοποιείται αποτελεσματικά εναντίον των εκπροσώπων της κυρίαρχης τάξης.

2. Η ταξικότητα της ψήφου

Η πολιτική δεν είναι η τέχνη του εφικτού, είναι η συνεχής αναδιάταξη ενός συσχετισμού δύναμης μεταξύ των δρώντων πολιτικών υποκειμένων (κομμάτων, κρατικών μηχανισμών, κινημάτων κλπ.). Πρόκειται για ένα συσχετισμό δύναμης που σε τελευταία ανάλυση αντανακλά τα αντιτιθέμενα συμφέροντα που διαπερνούν την ελληνική (και κάθε άλλη ταξική) κοινωνία.
Το Δημοψήφισμα αποτέλεσε την αφετηρία για μια ταξική σύγκρουση Πληβείων εναντίον Πατρικίων με ανοιχτό τρόπο. Αυτό έγινε σαφές στην προεκλογική εβδομάδα, στο εκλογικό αποτέλεσμα και στη διεθνή ένταση που βρίσκεται σε εξέλιξη αυτή τη στιγμή και έχει ως διαρκώς δονούμενο επίκεντρο την ελληνική ταξική αντιπαράθεση.
Εδώ χρειάζεται προσοχή. Ο χάρτης της Ελλάδας βάφτηκε μονοχρωματικά κόκκινος το βράδυ της 5ης Ιουλίου. Όλες ανεξαιρέτως οι εκλογικές περιφέρειες ψήφισαν «Όχι». Οι Έλληνες φαίνεται να είπαν, στην πλειονότητά τους, «άει σιχτίρ» στα μνημόνια, στα κόμματα και στα κανάλια που υποστήριζαν το «Ναι». Ωστόσο αυτή η χρωματικά ορθή διαπίστωση δεν προχωρεί πιο πέρα από το βασικό ιδεολόγημα των αστικών κρατών. Αποδέχεται δηλαδή το ότι υπάρχει «μία» Ελλάδα, η οποία αναπτύσσεται, χρεοκοπεί, υποφέρει, αναστενάζει, αντιστέκεται αδιαλείπτως (λόγω DNA) ή ό,τι άλλο.
Πρόκειται για την ιδεολογία του κοινού συμφέροντος και της εθνικής ενότητας που θεμελιώνει την αστική ηγεμονία στις ταξικές κοινωνίες, χρησιμοποιώντας τον εθνικισμό ως βασικό εργαλείο πολιτικής κάλυψης των αντιφάσεων. Πρόκειται για ιδεολογία θεωρητικά σαθρή και εμπειρικά διαψευδόμενη σε οποιαδήποτε στιγμή. Και όμως συνιστά τον κυρίαρχο τρόπο σκέψης και το βασικό κίνητρο δράσης. Διαποτίζει δε τον κυβερνητικό λόγο και μεγάλο μέρος των λεγομένων από το πολιτικό προσωπικό του ΣΥΡΙΖΑ. Υπάρχει και ένα εύγλωττο σύμβολο. Από τον Ιανουάριο εμφανίσθηκαν χιλιάδες φωτογραφίες και βίντεο του Έλληνα πρωθυπουργού στα μέσα μαζικής ενημέρωσης ολόκληρου του κόσμου. Σχεδόν πάντα βρίσκεται πίσω του μια ελληνική σημαία ή κάποια φλου αρτιστίκ γαλανόλευκη σύνθεση.
Δεν ψήφισαν όμως οι Έλληνες εν γένει «Όχι». Δεν διαπνέονται όλοι αδιακρίτως από τα ίδια γαλανόλευκα και/ή ευρωπαϊκά αισθήματα. Πίσω από τον κατακόκκινο χάρτη διαπιστώνουμε πως το «Ναι» έλαβε στην Α΄ Αθηνών 46,8%, έναντι 41,9% στη Β΄ Αθηνών. Στην Α΄ Πειραιώς το «Ναι» έφτασε σε 40,5% και στη Β΄ Πειραιώς μόλις στο 27,5%.
Σε μικροεπίπεδο, περιοχές της Αττικής, με απόσταση λίγων χιλιομέτρων μεταξύ τους, εμφανίζουν ποσοστά με τεράστια απόκλιση, ανάλογα με το εισόδημα των κατοίκων τους. Οποία σύμπτωσις: Στην Εκάλη οι «ευρωπαϊστές» ήταν το 84% των ψηφοφόρων, στο Διόνυσο 70%, στη Βουλιαγμένη 66%, στην Κηφισιά 65% και στη Βούλα 63%. Σε λαϊκές συνοικίες είχαμε ποσοστά σχεδόν ομοφωνίας στο «Όχι», με 79% στο δήμο Ασπροπύργου και πάνω από 70% στη Φυλή, στο Πέραμα, στις Αχαρνές, στη Δραπετσώνα, στη Νίκαια, στην Αγία Βαρβάρα, στην Ελευσίνα, στη Λαυρεωτική, στον Ταύρο, στο Αιγάλεω και στο Περιστέρι.
Αυτό σημαίνει ότι τα λαϊκά στρώματα είδαν στο Δημοψήφισμα την ευκαιρία να συσπειρωθούν στο «Όχι», εκφράζοντας με κατηγορηματικό τρόπο την απαίτησή τους να ανατραπούν οι πολιτικές λιτότητας, να δοθεί προτεραιότητα στις κοινωνικές ανάγκες, ενάντια στις ανάγκες κερδοφορίας του κεφαλαίου.
Από την πλευρά τους, οι κυρίαρχες τάξεις και τα στηρίγματά τους, τα εύπορα στρώματα των μεσαίων τάξεων, συσπειρώθηκαν με τον ίδιο φανατισμό στο «Ναι», όχι επειδή τους παραπλάνησε η γλοιώδης προπαγάνδα των ιδιωτικών ΜΜΕ ότι το διακύβευμα του Δημοψηφίσματος ήταν «ναι ή όχι στην Ευρώπη», αλλά διότι γνωρίζουν ότι το «Ναι» στο νεοφιλελευθερισμό εξυπηρετεί μεσοπρόθεσμα τα συμφέροντά τους.
Το Δημοψήφισμα του 2015 ήταν η προσπάθεια για φυγή προς τα εμπρός εν όψει του αδιεξόδου της κυβερνητικής διαχείρισης και της στρατηγικής για διαπραγμάτευση στο πεδίο του νεοφιλελευθερισμού. Με δεδομένη τη σιωπηλή παρουσία ενός συμβολαίου με τους Πληβείους, το Δημοψήφισμα αποκαλύπτει την αντίφαση, το σχίσμα των σύγχρονων κοινωνιών καθώς και το απωθημένο της κυβερνητικής διαχείρισης. Δημιουργεί τη μάζα που κοχλάζει στην πλατεία Συντάγματος.
Η έγκληση των μαζών να τοποθετηθούν και η άμεση ανταπόκρισή τους, η απελπισία που εξέφρασαν απέναντι σε ένα «αριστερό μνημόνιο», το οποίο αντιλαμβάνονται ως ταφόπλακα των προσδοκιών για ανεκτό επίπεδο ζωής απελευθερώνει το «μη ωριμασμένο» τμήμα των κοινωνικών αιτημάτων, δηλαδή το «τμήμα-μέρος» που είχε αποκλεισθεί από τη διαπραγμάτευση.
Το Δημοψήφισμα έδειξε, με την κίνηση του πλήθους, τη σχάση της κυβέρνησης «εθνικής ενότητας» που διαμόρφωσε ο «ωριμασμένος» ΣΥΡΙΖΑ. Τα ερωτήματα και οι φόβοι της 6ης Ιουλίου, μέρα στην οποία γράφεται αυτό το κείμενο, και των επόμενων εβδομάδων είναι πάμπολλα. Υπάρχει ο φόβος που αισθάνονται οι μάζες απέναντι στις απειλές για κατάρρευση, ασφυξία και εντέλει για επιβολή σεναρίων Papadimos reloaded. Αλλά υπάρχει και ο εμφανής πανικός της αστικής τάξης και των πολιτικών διαχειριστών της απέναντι στους «δρόμους», στην προοπτική να υπάρξει παρατεταμένη λαϊκή αντίδραση στην Ελλάδα και εξάπλωσή της στην Ισπανία και αλλού.
Η δυναμική του «Όχι» έχει αυτονομηθεί από τους σχεδιασμούς και τα σενάρια των κυβερνήσεων. Υπήρξε μια ρωγμή που μπορεί να προκαλέσει ανατρεπτικά αποτελέσματα παρά την επιχείρηση επανεμβάπτισης της κοινωνικής διαίρεσης στη κολυμβήθρα της εθνικής διεκδίκησης με τη σύγκληση του Συμβουλίου Πολιτικών Αρχηγών. Το ζητούμενο είναι η λαϊκή εγρήγορση της παρούσας στιγμής να καταδείξει τα απωθημένα συμφέροντα των υποτελών τάξεων και να αποκρυσταλλωθεί σε μια στρατηγική άμεσων και αποτελεσματικών ρήξεων με τα συμφέροντα της ολιγαρχίας και του κεφαλαίου στο εσωτερικό της χώρας.
Αρχίζοντας από τη θέσπιση ενός φορολογικού συστήματος που δεν θα είναι μονομερώς αντιλαϊκό ούτε θα ανέχεται εν τοις πράγμασι τη φοροδιαφυγή του κεφαλαίου. Και συνεχίζοντας με την αναδόμηση του κοινωνικού κράτους στη θέση του πάρτι των εξοπλισμών και της ενίσχυσης των κατασταλτικών μηχανισμών και με τη σταθερή οργάνωση όρων αναδιανομής, πλούτου, εισοδημάτων και ισχύος, προς όφελος των υποτελών τάξεων. Εξίσου αναγκαία είναι μια σταθερή διαπραγματευτική γραμμή με τους θεσμούς που εκπροσωπούν τους δανειστές και την ΕΕ, ώστε η όποια συμφωνία για την κάλυψη των χρηματοδοτικών αναγκών του ελληνικού Δημοσίου να μην βραχυκυκλώνει τη στρατηγική ικανοποίησης των λαϊκών αναγκών.
Ο ρεαλισμός λέει ότι το εγχείρημα αυτό είναι δύσκολο. Για κάποιους ακατόρθωτο. Δεν πρέπει ωστόσο να ξεχνάμε την ενέργεια που μπορεί να εκλυθεί από τη συνάντηση δύο διαδικασιών: εννοούμε τη διατήρηση της κινηματικής δυναμικής στο εσωτερικό ως ταξική αντίθεση στη στρατηγική «εθνικής ενότητας» και, παράλληλα, την ανάπτυξη κινημάτων κοινωνικής αλλαγής σε άλλες χώρες της Ευρώπης.




1 «Η Κούβα αναγνωρίζει το θάρρος και τις επιχειρησιακές ικανότητες των ρωσικών στρατευμάτων, που, ενωμένες με τις δυνάμεις του ισχυρού συμμάχου τους, της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, και με αυτές άλλων εθνών της Μέσης Ανατολής και της Ασίας, επιχειρούσαν πάντα να αποφεύγουν τον πόλεμο αλλά ποτέ δεν επέτρεψαν η στρατιωτική επιθετικότητα να περάσει χωρίς μια απάντηση πειστική και συντριπτική. Στις τωρινές πολιτικές συνθήκες στον πλανήτη μας, όταν η ειρήνη και η επιβίωση του είδους μας κρέμονται από μια κλωστή [...] κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει την εντιμότητα και την σοβαρότητα με τις οποίες πολλοί από τους πιο υπεύθυνους και σοβαρούς από όσους διοικούν, αγωνίζονται σήμερα για να αντιμετωπίσουν τις καταστροφές που απειλούν τον πλανήτη» (http://www.naftemporiki.gr/story/975129/epistoli-fintel-kastro-ston-aleksi-tsipra).


____________
* Τεύχος 132, περίοδος: Ιούλιος - Σεπτέμβριος 2015 Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση -
εκδόσεις Νήσος, Σαρρή 14, 10553, Αθήνα. τηλ-fax. 210-3250058

http://www.theseis.com/index.php?option=com_content&task=view&id=1285&Itemid=29

Τετάρτη 29 Ιουλίου 2015

Είμαστε όλοι Βαρουφάκης

  Άρης Χατζηστεφάνου // Γιάνης Βαρουφάκης  


Δεν πίστευα ποτέ ότι θα έπρεπε να γράψω ένα κείμενο στήριξης στον Γ. Βαρουφάκη. Στα πάνελ που βρεθήκαμε να συζητάμε για το ευρώ και τη δραχμή ή στις ραδιοφωνικές συνεντεύξεις μαζί του πίστευα πάντα ότι ήταν επικίνδυνος για τις επιδιώξεις και τα οράματα της Αριστεράς.  


Δυσκολεύομαι να θυμηθώ κάποιον άλλο οικονομολόγο (του δικού του διαμετρήματος) που να επιχειρηματολογούσε με τόσο πάθος για την ανάγκη παραμονής της χώρας στην ευρωζώνη. Ήταν μάλιστα ο πρώτος που έφερε στην Ελλάδα τη θεωρία του Hotel California σχετικά με τις δυνατότητες εξόδου (You can check-out any time you like, But you can never leave!).
Γι’ αυτόν ήταν λάθος ότι μπήκαμε στη νομισματική ένωση αλλά θα ήταν καταστροφή να βγούμε.
Ήταν επίσης ο πρώτος που επιτέθηκε στην πρωτοβουλία για τη σύσταση Επιτροπής Λογιστικού Ελέγχου. Και μάλιστα το έκανε από τις σελίδες του Protagon με επιχειρήματα που θύμιζαν τα τρομολαγνικά σενάρια των νυχτερινών δελτίων ειδήσεων.
Και ύστερα ήρθαν τα ασυγχώρητα λάθη, από τη θέση πλέον του υπουργού Οικονομικών. Πληρώνοντας τις δόσεις παράνομων και απεχθών δανείων άφησε τα ταμεία να αδειάσουν και εκμηδένισε τις ελπίδες μια σοβαρής διαπραγμάτευσης. Οι προηγούμενες ιδεοληψίες του για την ανάγκη παραμονής στο ευρώ και η άρνησή του για κάθε συζήτηση σοβαρής διαγραφής του χρέους απλώς επιδείνωσαν δραματικά την κατάσταση.
Για όλους αυτούς τους λόγους το info-war άσκησε από την πρώτη στιγμή σκληρή κριτική στην επιλογή του για τη θέση του υπουργού οικονομικών. Είναι μάλιστα κωμικοτραγικό ότι ορισμένοι από τους σημερινούς διώκτες του στον ΣΥΡΙΖΑ δήλωναν ενοχλημένοι από τη στάση μας απέναντι στον «υπουργο-σταρ» της κυβέρνησης Τσίπρα.
Κι όμως σήμερα ο Γιάνης Βαρουφάκης χρειάζεται τη στήριξη όλων μας. Γιατί στο πρόσωπό του δεν διώκεται απλώς ένας πρώην υπουργός οικονομικών ή ένας οικονομολόγος. Διώκεται κάθε άνθρωπος που τολμά να υψώσει το ανάστημά του απέναντι στη δικτατορία της Ε.Ε.
Δεν έχει σημασία εάν σήκωσε το γιακά και αντιμίλησε στους Ευρωπαίους κομισάριους για ιδεολογικούς λόγους για κάποια προσωπική ατζέντα η απλώς επειδή έχει ένα τεράστιο Εγώ, το οποίο δεν μπορεί να κρύψει κάτω από το σακάκι του. Σημασία έχει ότι για εκατομμύρια ανθρώπους σε όλη την Ευρώπη ταυτίστηκε με μια μικρή χώρα που τολμά να τα βάλει με τα θηρία.
Κι αυτό δεν μπορούσε να γίνει ανεκτό ούτε από το Βερολίνο, ούτε από τους Έλληνες γερμανοτσολιάδες-υπηρέτες των τραπεζών ούτε από ορισμένα ασπόνδυλα της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ, που επιχειρούν να κρύψουν την ολοκληρωτική παράδοση μιας χώρας πίσω από κόκκινες σημαίες και φωτογραφίες του Τσε Γκεβάρα.
Ο Γιάνης Βαρουφάκης δεν διώκεται επειδή προετοίμαζε εναλλακτικά σχέδια αντιμετώπισης της κρίσης (αυτό ήταν καθήκον του και δυστυχώς το έκανε με μεγάλη καθυστέρηση και προχειρότητα). Διώκεται επειδή στην περίφημη ηχογραφημένη συνομιλία αποκάλυψε το βαθμό με τον οποίο η τρόικα ελέγχει ολοκληρωτικά τον κρατικό μηχανισμό της χώρας και κυρίως τους μηχανισμούς του υπουργείου οικονομικών.
Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι την ένορκη διοικητική εξέταση εναντίον του διέταξε η Κατερίνα Σαββαΐδου, πρώην υψηλόβαθμο στέλεχος της PriceWaterhouseCooopers και νυν Γενική Γραμματέας Δημοσίων Εσόδων – πρόκειται δηλαδή για την υπηρεσία που, όπως προκύπτει και από τις συνομιλίες Βαρουφάκη, αποτελεί τον δούρειο ίππο για τον απόλυτο έλεγχο της ελληνικής οικονομίας από την τρόικα.
Αν προχωρήσουν οι διώξεις εναντίον του Βαρουφάκη το πραξικόπημα θα έχει ολοκληρωθεί. Κάθε εναλλακτικό σχέδιο εξόδου από την κρίση θα ποινικοποιηθεί έμμεσα η άμεσα. Μέχρι σήμερα όσοι μιλούσαν για έξοδο από το ευρώ είτε απολύονταν (αν ήταν π.χ δημοσιογράφοι) είτε περιθωριοποιούνταν (αν ήταν πανεπιστημιακοί ή πολιτικοί). Στο εξής θα βρίσκονται αντιμέτωποι και με την αυτοαποκαλούμενη «δικαιοσύνη».
Και μπορεί να συμβεί κάτι τέτοιο με την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και πρωθυπουργό τον Τσίπρα, θα αναρωτηθεί κάποιος; Την απάντηση έδωσε πρόσφατα ο Μανώλης Γλέζος: Άλλο η κυβέρνηση Μαξίμου και άλλο ο ΣΥΡΙΖΑ.
Άρης Χατζηστεφάνου
http://www.stokokkino.gr/article/1000000000014028/Eimaste-oloi-Baroufakisrn

Τετάρτη 22 Ιουλίου 2015

Από τους 149 βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ οι 31 επέλεξαν να καταψηφίσουν το νομοσχέδιο με τα προαπαιτούμενα ενώ πέντε δήλωσαν «παρών»

Πώς ψήφισαν οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ – Ποιοι άλλαξαν στάση

syriza-grafeia.jpg

 | EUROKINISSI

Από τους 149 βουλευτές του κυβερνώντος κόμματος, οι 31 επέλεξαν να καταψηφίσουν το νομοσχέδιο με τα προαπαιτούμενα ενώ πέντε δήλωσαν «παρών». «Ναι» ψήφισε ο τέως υπουργός Οικονομικών Γιάνης Βαρουφάκης διαφοροποιούμενος από την προηγούμενη ψηφοφορία στη Βουλή, που είχε ψηφίσει «όχι».
«Στόχος μου είναι, παρά την θεμελιώδη διαφωνία μου όσον αφορά τους μετά το Δημοψήφισμα χειρισμούς μας, η διατήρηση της ενότητας του ΣΥΡΙΖΑ, η υποστήριξη του Αλέξη Τσίπρα, κι η στήριξη του Ευκλείδη Τσακαλώτου. Σήμερα λοιπόν ψηφίζω ΝΑΙ σε δύο μέτρα τα οποία τα είχα προτείνει ο ίδιος, αν και υπό ριζοσπαστικά διαφορετικές συνθήκες και προϋποθέσεις», τονίζει μεταξύ άλλων ο Γ. Βαρουφάκης σε άρθρο του στο thepressproject.gr
Αναλυτικά, «όχι» ψήφισαν οι εξής βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ: Ζωή Κωνσταντοπούλου, Αγλαΐα Κυρίτση, Νάντια Βαλαβάνη, Δημήτρης Στρατούλης, Κώστας Ησυχος, Δημήτρης Κοδέλας, Κώστας Ζαχαριάς, Ελένη Σωτηρίου, Βασίλης Χατζηλάμπρου, Γιάννης Σταθάς, Θανάσης Σκούμας, Κώστας Λαπαβίτσας, Μιχάλης Κριτσωτάκης, Δέσποινα Χαραλαμπίδου, Ιωάννα Γαϊτάνη, Θωμάς Κώτσιας, Ευαγγελία Αμμανατίδου, Βαγγέλης Διαμαντόπουλος, Στέφανος Σαμοΐλης, Ραχήλ Μακρή, Ευγενία Ουζουνίδου, Γιάννης Ζερδελής, Θανάσης Πετράκος, Ελένη Ψαρρέα, Στάθης Λεουτσάκος, Παναγιώτης Λαφαζάνης, Βασίλης Κυριακάκης, Ζήσης Ζάννας, Ηλίας Ιωαννίδης, Κώστας Δελημήτρος, Αλεξάνδρα Τσανάκα (ήταν απούσα στην προηγούμενη ψηφοφορία).

Ψήφισαν «παρών»

«Παρών» ψήφισαν οι εξής: Ηρώ Διώτη, Βασιλική Λέβα, Κώστας Δερμιτζάκης (είχε ψηφίσει όχι στην προηγούμενη ψηφοφορία), Δανάη Τζίκα Κωστοπούλου (είχε ψηφίσει ναι στην προηγούμενη ψηφοφορία), Νίνα Κασιμάτη (είχε ψηφίσει ναι στην προηγούμενη ψηφοφορία)

Τα «παρών» και «όχι» που έγιναν «ναι»

Άλλαξαν στάση από την προηγούμενη ψηφοφορία και ψήφισαν «ναι»: Βασιλική Κατριβάνου (είχε ψηφίσει παρών στην προηγούμενη ψηφοφορία) Χρήστος Καραγιαννίδης (είχε ψηφίσει παρών στην προηγούμενη ψηφοφορία), Δημήτρης Μπαξεβανάκης (είχε ψηφίσει παρών στην προηγούμενη ψηφοφορία), Νίκος Μιχαλάκης (είχε ψηφίσει παρών στην προηγούμενη ψηφοφορία), Γιάνης Βαρουφάκης (είχε ψηφίσει «όχι» στην προηγούμενη ψηφοφορία).

«Το ρήγμα είναι σαφές»

Μετά το τέλος της ονομαστικής ψηφοφορίας στην Ολομέλεια της Βουλής, η κυβερνητική εκπρόσωπος Όλγα Γεροβασίλη τόνισε: «Το ρήγμα στην κοινοβουλευτική ομάδα είναι σαφές. Θα ακολουθούν οι προβλεπόμενες συλλογικές διαδικασίες».  
Την ίδια άποψη εξέφρασε και ο υπουργός Επικρατείας, Νίκος Παππάς, λέγοντας: «Δυστυχώς, επιβεβαιώθηκε ένα ρήγμα, αλλά νομίζω ότι θα ολοκληρωθούν πρώτα οι διαδικασίες της συμφωνίας και θα τα δούμε όλα στα συλλογικά μας όργανα, όπως προβλέπεται».